Ὁ πρῶτος Κυβερνήτης
Ὁ Νικόλαος
Σπηλιάδης (1780-1867), πού ὡς «Γραµµατεύς Ἐπικρατείας» (πρωθυπουργός) γνώριζε
καλά τόν Καποδίστρια, παραδίδει τήν πληροφορία ὃτι ὁ πρῶτος µας Κυβερνήτης ἢθελε
νά δηµιουργήσει «Νεορωµαϊκήν αὐτοκρατορίαν», ἐπισηµαίνοντας ἒτσι τόν οἰκουµενικό
µεγαλοϊδεατισµό του. Ὁ Καποδίστριας ἢθελε νά ἀναστηθεῖ τό «ρωµαίικο», ἡ
Βυζαντινή αὐτοκρατορία. Εἶναι, ἂλλωστε, γνωστή µιά σχετική διπλωµατική ἐνέργειά
του. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1828 προσπάθησε νά πείσει τόν τσάρο Νικόλαο νά ἱδρυθεῖ Ὁµοσπονδία
ἀπό πέντε αὐτόνοµα κράτη στήν Βαλκανική: Ἑλλάδος, Ἠπείρου, Μακεδονίας, Σερβίας
καί ∆ακίας µέ ἐλεύθερη πόλη τήν Κωνσταντινούπολη, προσβλέποντας στήν µελλοντική
ἓνωσή τους καί ἒτσι τήν ἀποκατάσταση µεγάλου µέρους τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας
Ρώµης. Ἐξ ἂλλου, ἢδη τό 1819 σέ ἐπώνυµο ὑπόµνηµά του ἀπό τήν Κέρκυρα, ὑπεστήριζε
τήν ἀναβολή τῆς ἑτοιµαζοµένης ἐπαναστάσεως, διότι προέβλεπε τήν χειραγώγησή της
ἀπό τίς ∆υτικές ∆υνάµεις, καί τήν θεµελίωση τῆς «Φιλικῆς Ἑταιρείας» οὐχί ἐπί τῆς
ἀρχῆς τῆς ἐθνότητος, ἀλλά ἐπί τῆς εὐρείας καί ζώσης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Καί ὁ
Καποδίστριας ἢθελε ἀνάσταση τοῦ ρωµαίικου, πού συνεχιζόταν στά ὃρια τῆς Ἐθναρχίας.
Μέ τήν Ὀρθοδοξία καί ὂχι τήν ἀποχριστιανοποιηµένη Εὐρώπη συνέδεε καί αὐτός τό
µέλλον τοῦ Ἑλληνισµοῦ.
Ἀκραιφνῶς ἑλληνορθόδοξο
ἦταν τό φρόνηµά του γιά τό Ἒθνος.Ὃπως ἒγραφε στὸν ὑφυπουργό Πολέµου καί Ἀποικιῶν
Οὐίλµοτ Χόρτον (15 Ὀκτωβρίου 1825): «Τό ἑλληνικόν Ἒθνος ἀποτελεῖται ἀπό ἂτοµα
τά ὁποῖα, µετά τήν κατάκτησιν (=ἃλωση) τῆς Κωνσταντινουπόλεως, δέν ἒπαυσαν νά
πρεσβεύουν τήν ὀρθόδοξον θρησκείαν, νά ὁµιλοῦν τήν γλῶσσαν τῶν πατέρων των καί
τά ὁποῖα τελοῦν ὑπό τήν πνευµατικήν ἢ κοσµικήν (=ἐθναρχικήν) δικαιοδοσίαν τῆς Ἐκκλησίας
των, ἀσχέτως τοῦ τόπου πού διαµένουν ἐν Τουρκίᾳ… Τά ὃρια τῆς Ἑλλάδος ἒχουν
χαραχθῆ ἀπό τεσσάρων αἰώνων διά τῶν δικαίων τά ὁποῖα οὒτε ὁ χρόνος οὒτε πάσης
φύσεως δεινά οὒτε ἡ κατάκτησις ἠδυνήθησαν ποτέ νά διαγράψουν». Μέσα σέ λίγες
γραµµές προσδιορίζεται ἡ ἑλληνική ταυτότητα, µέ κύρια στοιχεῖα τήν Ὀρθόδοξη
πίστη καί τή γλώσσα. «Ἡ χριστιανική θρησκεία -σηµειώνει ἀλλοῦ- ἐσυντήρησεν εἰς
τούς Ἓλληνας καί γλῶσσαν καί πατρίδα καί ἀρχαίας ἐνδόξους ἀναµνήσεις, καί ἐξαναχάρισεν
εἰς αὐτούς τήν πολιτικήν ὓπαρξιν, τῆς ὁποίας εἶναι «στύλος καί ἑδραίωµα». Ἀληθινή
κιβωτός τοῦ ἀναγεννώµενου Ἒθνους ἦταν, κατά τόν Καποδίστρια, ἡ Ὀρθοδοξία.Ἡ
στυγερή δολοφονία του δέν ἀνέκοψε µόνο τήν ὁµαλή πορεία τοῦ Ἒθνους πρός τήν
πλήρη ἀποκατάστασή του, ἀλλά καί τήν πορεία ὃλης τῆς ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς, τῶν
λοιπῶν βαλκανικῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἐθναρχίας.
Ἑλληνορθόδοξο ἦταν
καί τό ὃραµά του γιά τήν παιδεία τοῦ Ἒθνους. Παιδεία καί Ἐκκλησία ἦταν στή
συνείδησή του ἀλληλένδετα. Γι’ αὐτό καί συνέστησε Γραµµατεία (=Ὑπουργεῖο) «τῶν Ἐκκλησιαστικῶν
καί τῆς ∆ηµοσίου Παιδείας», διότι, ὃπως ἒλεγε, ἦσαν «δύο ὑπηρεσίαι ἀχώριστοι,
πρός ἓνα συντρέχουσαι σκοπόν, τήν ἠθικήν τῶν πολιτῶν µόρφωσιν, ἣτις εἶναι ἡ
βάσις τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικῆς τοῦ ἒθνους ἀνορθώσεως». Τήν σηµασία αὐτῆς τῆς
ἐπιλογῆς φωτίζει ἡ καλβινίζουσα σύζευξη ἀπό τόν Κοραῆ τῆς Παιδείας µέ τήν Ἀστυνοµία,
σέ ἓνα κοινό ὑπουργεῖο…
Ἒτσι ὃµως ἐξηγεῖται
ἡ ἐφεκτική στάση τοῦ Καποδίστρια ἒναντι τῶν Ξένων, ὂχι µόνο στή σφαῖρα τῆς
πολιτικῆς, ἀλλά περισσότερο στόν χῶρο πού µποροῦσαν νά ἀλλοιώσουν τήν αὐτοσυνειδησία
τοῦ Ἒθνους, τήν Ἐκπαίδευση. Μία ἀπό τίς βασικότερες ἐναντίον του κατηγορίες τῶν
δυτικῶν Μισσιοναρίων ἦταν ὃτι τά σχολεῖα τοῦ Καποδίστρια εἶχαν µοναστηριακή ὀργάνωση,
συνδυάζοντας τήν σπουδή µέ τή λατρεία καί τήν ἀνάγνωση στήν τράπεζα βίων Ἁγίων.
Ὁ δραστήριος Μισσιονάριος L. Korck, πού θά ἐλέγχει τήν ἑλληνική ἐκπαίδευση ἐπί
Βαυαρῶν, λέγει γιά τόν Καποδίστρια: «Ἐπέµενε ἒντονα στό νά µή ἐπιτραπῇ νά
διδάσκεται τίποτε στά σχολεῖα τῶν Μισσιοναρίων χωρίς νά ἒχει λάβει προηγουµένως
γνώση ἡ Κυβέρνηση», προέβαλλε δέ ἀντιρρήσεις στήν κυκλοφορία προτεσταντικῶν
φυλλαδίων, πού προσέβαλλαν τήν θρησκευτική παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ Λαοῦ. Ὁ
Καποδίστριας ἒγραφε καί στόν ἀµερικανό Μισσιονάριο Rufus Anderson ὃτι οἱ Ἓλληνες
θά δέχονταν εὐαρέστως σχολεῖα καί βιβλία καί εἰκόνες καί κάθε τι πού δέν θά
τούς ἀποσποῦσε ἢ δέν θά ὑπονόµευε τήν πίστη τους στήν Ἐκκλησία τοῦ Ἒθνους τους.
Ὁ Κυβερνήτης ἦταν ὁ µόνος πολιτικός µας πού ἀπέκρουσε τήν διαρπαγή, δήµευση ἢ ἀπαλλοτρίωση
τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἐπιδιώκοντας τήν ἀξιοποίησή της γιά τήν
µισθοδοσία τοῦ Κλήρου καί τήν συντήρηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σχολείου. Εἶναι δε
γνωστό ὃτι οὐδεµία ἀποζηµίωση δέχθηκε ποτέ ἀπό τήν Ἑλληνική Πατρίδα,
προσφέροντάς της ὃλη τήν ἀτοµική του περιουσία. Ὁ χαρακτηρισµός τοῦ Καποδίστρια
ὡς «τοῦ πρώτου καί τελευταίου Κυβερνήτου πού ἀγάπησε καί ἐνδιεφέρθη εἰλικρινῶς
διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος» δέν εἶναι, µετά τά παραπάνω, ὑπερβολή. Θά
διαψευσθῆ ὃµως ἀπό ἐκείνους, πού θά ἀναλάβουν τήν περαιτέρω ὀργάνωση τῆς
πορείας τοῦ Ἔθνους.
Πρωτ. Γεώργιος Μεταλληνὸς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου